Αλέξανδρος Κυριακίδης[1], Ειρήνη Σαμαρά[2]
Η πολιτική διαμάχη μεταξύ του (εν αμφισβητήσει) Προέδρου της Βενεζουέλας, Νικολάς Μαδούρο, και του Προέδρου της Εθνοσυνέλευσης και (εν αμφισβητήσει) προσωρινού Προέδρου της Βενεζουέλας, Χουάν Γκουαϊδό, κατέληξε στην κρίση των Αγγλικών δικαστηρίων επί αιτήματος της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας για πρόσβαση σε χρυσό αξίας 1.7 δισ. Δολαρίων.
Εισαγωγή[3]
Μετά τις εκλογές του Μαΐου του 2018, η Βενεζουέλα εισήλθε σε μία περίοδο βαθιάς πολιτικής κρίσης η οποία έχει επηρεάσει τόσο την οικονομία της χώρας όσο και τις εξωτερικές της σχέσεις. Η Εθνοσυνέλευση της χώρας (η νομοθετική εξουσία), της οποίας την πλειοψηφία διαθέτει η αντιπολίτευση[4] από το 2016, διόρισε τον Ιανουάριο 2019 νέο Πρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης τον Χουάν Γκουαϊδό, ο οποίος και υποστήριξε ότι ο εκλεγείς Πρόεδρος της χώρας Νικολάς Μαδούρο[5] ήταν μη νόμιμος, αμφισβητώντας το αποτέλεσμα των εκλογών. Τον Φεβρουάριο του 2019, η Εθνοσυνέλευση ψήφισε τον Μεταβατικό Νόμου (Transition Statute), το αρ. 14 του οποίου προβλέπει ότι ο Πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης (Χουάν Γκουαϊδό) είναι ο «νόμιμος Μεταβατικός Πρόεδρος της Μπολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας», και τον επανεξέλεξε τον Ιανουάριο 2020 (παρ. 15, 18 πρωτόδικης αποφάσεως). Έκτοτε και λόγω των διεθνών κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στην χώρα, περίπου 3.5 εκατομμύρια πολίτες (παρ. 23 αποφάσεως Εφετείου), αδυνατώντας να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα, έχουν φύγει απ’ την χώρα, ενώ στην Βενεζουέλα ισχύει μια ιδιότυπη “διαρχία” καθώς ο Γκουαϊδό έχει αναγνωριστεί μεν ως νόμιμος μεταβατικός Πρόεδρος της χώρας από μερίδα κρατών (ενδεικτικά Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής., Ηνωμένο Βασίλειο, Ισραήλ, Γαλλία, Γερμάνια, Ελλάδα), δεν κατόρθωσε ωστόσο να λάβει παγκόσμια αναγνώριση, με τον Μαδούρο να συνεχίζει να ασκεί εξουσία στην Βενεζουέλα.
Λόγω των ανωτέρω, ο Μαδούρο προσπαθεί να επαναπατρίσει αποθέματα χρυσού της Βενεζουέλας που βρίσκονται σε τράπεζες του εξωτερικού[6]. Ήδη από τα τέλη του 2018 ο Μαδούρο ζητούσε πρόσβαση από την Τράπεζα της Αγγλίας σε 14 τόνους χρυσού, αξίας περίπου 550 εκ. δολαρίων, και πλέον (2020) 31 τόνους χρυσού, αξίας περίπου 1.7 δισ. δολαρίων, με την Τράπεζα να αρνείται. Σε μια προσπάθεια να αποτραπούν τα ανωτέρω, ο Γκουαϊδό προέβη στις 18 Ιουλίου 2019 στον διορισμό ενός ad hoc συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας, δηλώνοντας πως η προηγούμενη σύνθεσή του δεν είναι νόμιμη (παρ. 17 πρωτόδικης αποφάσεως). Όμως, ο διορισμός του Γκουαϊδό ως μεταβατικού Προέδρου, του ad hoc συμβουλίου, και συνολικά ο Μεταβατικός Νόμος κρίθηκαν αντισυνταγματικά και δίχως καμία νομική συνέπεια από το Ανώτατο Δικαστήριο της Βενεζουέλας (παρ. 27, 29, 32 αποφάσεως Εφετείου).
Η δικαστική διαμάχη στο Ηνωμένο Βασίλειο
Η Τράπεζα της Αγγλίας βρέθηκε ενδιαμέσου της ανωτέρω διαμάχης, μη δυνάμενη να αποφανθεί για το ποιο εκ των δύο συμβουλίων της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας (αυτού που όρισε ο Μαδούρο ή αυτού που όρισε ο Γκουαϊδό) είναι αρμόδιο να την εκπροσωπεί (παρ. 2 πρωτόδικης αποφάσεως). Η υπόθεση έφτασε στο Εμπορικό Τμήμα του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου του Ηνωμένου Βασιλείου (ΗΒ, High Court of Justice, Queen’s Bench Division – Commercial Court), το οποίο και διαχειρίζεται σε πρώτο βαθμό υποθέσεις σημαντικής αξίας, σχετικά με το εκ νέου κατεπείγον αίτημα του Μαδούρο για πρόσβαση σε αποθέματα χρυσού αξίας περίπου 2 δισ. δολαρίων με σκοπό την αντιμετώπιση της πανδημίας SARS-CoV-2/COVI-19 (παρ. 1 αποφάσεως Εφετείου, παρ. 3 πρωτόδικης αποφάσεως).
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όπως και εν συνεχεία το Εφετείο, επικεντρώθηκαν σε δύο κύρια θέματα (παρ. 7, 8 πρωτόδικης αποφάσεως, παρ. 61-66 αποφάσεως Εφετείου). Πρώτον, ποιόν εκ των δύο (Μαδούρο ή Γκουαϊδό) έχει επίσημα αναγνωρίσει ως Πρόεδρο της Βενεζουέλας το Ηνωμένο Βασίλειο, εκπροσωπούμενο από την Βασίλισσα και την Κυβέρνηση της (Her Majesty’s Government), ήτοι το ‘θέμα αναγνώρισης’ (recognition issue), τον οποίο (και το ορισθέν εξ’ αυτού συμβούλιο της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας), κατ’ επέκταση και σύμφωνα με την ‘αρχή της ομοφωνίας’ (one voice principle), οφείλει να αναγνωρίσει και το Δικαστήριο. Δεύτερον, επί της αρμοδιότητα του δικαστηρίου να κρίνει επί της νομιμότητας, ή μη, του διορισμού του Γκουαϊδό ως μεταβατικού Προέδρου από την Εθνοσυνέλευση, μέσω του Μεταβατικού Νόμου και του κατ’ επέκταση διορισμού, από αυτόν, του ad hoc συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας, τα οποία αφορούν εν μέρει την ‘αρχή της ομοφωνίας’ και, εν μέρει, το δόγμα ‘κυριαρχικής πράξης ξένου κράτους’ (sovereign act of foreign state doctrine).
Όσον αφορά στην ‘αρχή της ομοφωνίας’, αυτή προβλέπει ότι τα δικαστήρια του ΗΒ οφείλουν να αποδεχθούν απαραιτήτως αναμφισβήτητη δήλωση αναγνώρισης ξένου κράτους, ή ηγέτη ή κυβέρνησης ξένου κράτους, η οποία προέρχεται από το Στέμμα, μέσω της κυβερνήσεως του ΗΒ (παρ. 7 πρωτόδικης αποφάσεως, παρ. 91-95 αποφάσεως Εφετείου). Όσον αφορά στο δόγμα ‘κυριαρχικής πράξης ξένου κράτους’, αυτό απαγορεύει την εξέταση νομιμότητας ή εγκυρότητας νομοθεσίας ξένων κρατών ή αποφάσεων της εκτελεστικής εξουσίας αυτών, με την προϋπόθεση ότι αφορούν στην επικράτεια του ξένου κράτους ή/και ότι αφορούν σε θέματα επί των οποίων ένας δικαστής δεν δύναται ή δεν επιτρέπεται να αποφασίσει (π.χ. εξωτερικές σχέσεις μεταξύ κρατών, κήρυξη πολέμου ή ειρήνης, σχετικά διπλωματικά θέματα ή θέματα εξωτερικής πολιτικής, παρ. 55 πρωτόδικης αποφάσεως και παρ. 123 αποφάσεως Ανωτάτου Δικαστηρίου).
Η πλευρά του Γκουαϊδό ισχυρίστηκε ότι νομίμως αυτός διόρισε το ad hoc συμβούλιο, εφόσον και ο ίδιος διορίστηκε νομίμως ως μεταβατικός Πρόεδρος της χώρας από την Εθνοσυνέλευση συμφώνως με τον Μεταβατικό Νόμο, και ότι, με βάση την αναγνώριση του ως μεταβατικό Πρόεδρο από την κυβέρνηση του ΗΒ και εφαρμοζόμενης της ‘αρχής της ομοφωνίας’ το Δικαστήριο θα πρέπει να αποδεχθεί τα ανωτέρω (παρ. 7, 26, 27 πρωτόδικης αποφάσεως, παρ. 57 αποφάσεως Εφετείου). Η επικαλούμενη αναγνώριση ήταν η δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών του ΗΒ στις 04.02.2019, η οποία ανέφερε ότι «Το ΗΒ αναγνωρίζει πλέον τον Χουάν Γκουαϊδό ως τον συνταγματικό μεταβατικό Πρόεδρο της Βενεζουέλας, ωσότου δύνανται να διεξαχθούν αξιόπιστες προεδρικές εκλογές…» (παρ. 12 πρωτόδικης αποφάσεως). Προέβαλε επίσης το επιχείρημα ότι, σύμφωνα με το δόγμα ‘κυριαρχικής πράξης ξένου κράτους’, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, ως δικαστήριο του ΗΒ, δεν επιτρέπεται να κρίνει την νομιμότητα ή εγκυρότητα πράξεων της νομοθετικής ή εκτελεστικής εξουσίας της Βενεζουέλας (παρ. 8, 52 πρωτόδικης αποφάσεως, παρ. 59-60 αποφάσεως Εφετείου). Επιπροσθέτως, ισχυρίστηκε ότι οι αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βενεζουέλας δεν θα πρέπει να αναγνωριστούν στο ΗΒ, εφόσον «εκδόθηκαν κατά παράβαση ορθής διαδικασίας και γιατί τα μέλη του…δεν είναι αμερόληπτα και ανεξάρτητα αλλά λειτουργούσαν διεφθαρμένα για να υποστηρίξουν τον Μαδούρο» (παρ. 32 αποφάσεως Εφετείου).
Η πλευρά του Μαδούρο ισχυρίστηκε ότι η ανωτέρω δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών του ΗΒ δεν είναι αναμφισβήτητη αναγνώριση του Γκουαϊδό ως μεταβατικού Προέδρου της χώρας, ούτε άρνηση αναγνώρισης της κυβέρνησης Μαδούρο, και ότι η Κυβέρνηση του ΗΒ συνέχισε να αναγνωρίζει την κυβέρνηση Μαδούρο[7] εφόσον διατηρούσε πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με αυτή[8] (παρ. 26 πρωτόδικης αποφάσεως). Σε κάθε περίπτωση, η όποια αναγνώριση ήταν de jure και όχι de facto, και συνεπώς δεν έχει εφαρμογή η ‘αρχή της ομοφωνίας’ (παρ. 54 αποφάσεως Εφετείου). Επίσης, προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι, η ανωτέρω δήλωση είναι απλώς πολιτικού περιεχομένου και σκοπού, μην δυνάμενη να εκφράσει την επίσημη θέση της κυβερνήσεως του ΗΒ, και, σε κάθε περίπτωση, θα ήταν αντίθετη με το διεθνές δίκαιο εφόσον, εμποδίζοντας την πρόσβαση σε αποθεματικά ιδιοκτησίας της Βενεζουέλας αλλά και επεμβαίνοντας ουσιωδώς σε ενδο-κρατική πολιτική διαμάχη, θα ήταν ανεπιθύμητη επιρροή της κυβερνήσεως του ΗΒ στο εσωτερικό της Βενεζουέλας (παρ. 38, 39 πρωτόδικης αποφάσεως, παρ. 54 αποφάσεως Εφετείου). Όσον αφορά στο δόγμα ‘κυριαρχικής πράξης ξένου κράτους’, η πλευρά του Μαδούρο προέβαλε τον ισχυρισμό ότι ο Μεταβατικός Νόμος, και ο διορισμός του ad hoc συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας που έγιναν από τον Γκουαϊδό βάσει αυτού, δεν είναι νόμιμοι (δεν ακολουθήθηκε ορθά η νομοθετική διαδικασία, δεν δημοσιεύθηκαν, κλπ.,) και το Δικαστήριο οφείλει να τους κρίνει ως μη νόμιμους (παρ. 51, 58, 63 πρωτόδικης αποφάσεως, παρ. 55 αποφάσεως Εφετείου).
Οι αποφάσεις των δικαστηρίων του ΗΒ
Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι, όσον αφορά την ‘αρχή της ομοφωνίας’ με την ανωτέρω δήλωση, η Κυβέρνηση του ΗΒ αναγνώρισε τον Γκουαϊδό ως μεταβατικό Πρόεδρο της Βενεζουέλας (μόνον ως αρχηγό κράτους, όχι όμως ως αρχηγό κυβερνήσεως της Βενεζουέλας), και συνεπώς, έπαυσε να αναγνωρίζει τον Μαδούρο (παρ. 33, 42 πρωτόδικης αποφάσεως). Ομού και το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο όφειλε, με βάση τη ανωτέρω αρχή, να μην αμφισβητήσει το γεγονός αυτό. Επίσης, αποφάνθηκε ότι τα επιχειρήματα της πλευράς Μαδούρο που βασίζονταν στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βενεζουέλας, όσο αυτές με την σειρά τους ερείδονταν στην μη αναγνώριση του Γκουαϊδό ως μεταβατικού Προέδρου, ήταν απαράδεκτα (παρ. 53, 54 πρωτόδικης αποφάσεως). Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο επίσης εξέτασε την δυνατότητα εφαρμογής των προϋποθέσεων του δόγματος ‘κυριαρχικής πράξης ξένου κράτους’, και απεφάνθη ότι η εφαρμογή τους είναι δυνατή, εφόσον ο Μεταβατικός Νόμος τηρούσε τα τυπικά στοιχεία νόμου της Βενεζουέλας και αφορούσε σε χωρική αρμοδιότητα της Βενεζουέλας, και σε άτομα διορισθέντα εντός αυτής (έστω και αν, εμμέσως, εμπεριέχονταν στην υπόθεση περιουσιακά στοιχεία της Βενεζουέλας που ήταν στο εξωτερικό, όπως τα αποθέματα χρυσού στο ΗΒ), και συνεπώς δεν ήταν δυνατό να κριθεί η νομιμότητα ή εγκυρότητα του (παρ. 58, 63-66, 69-71, 79-81, 88 πρωτόδικης αποφάσεως).
Η απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κλιμάκωσε την πολιτική ένταση εντός της Βενεζουέλας. Ενδεικτικό ήταν ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Βενεζουέλας εξέδωσε μία ημέρα μετά την απόφαση εντάλματα σύλληψης σε βάρος των μελών του ad hoc συμβουλίου με την κατηγορία της προδοσίας. Ταυτοχρόνως, η πλευρά Μαδούρο κατέθεσε έφεση ενώπιον του Εφετείου του ΗΒ (Πολιτικό Τμήμα, Court of Appeals – Civil Division, παρ. 1 αποφάσεως Εφετείου).
Το Εφετείο αναγνώρισε, σε αντίθεση με το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, την σημασία των διπλωματικών σχέσεων, ευρύτερα αλλά και για την συγκεκριμένη υπόθεση (παρ. 73, 76 αποφάσεως Εφετείου). Διαπίστωσε ότι η ‘αρχή της ομοφωνίας’ ισχύει, έστω και εάν η αναγνώριση από την Κυβέρνηση του ΗΒ είναι μόνον de jure (παρ. 96, 102-103 αποφάσεως Εφετείου), διαφωνώντας όμως με το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ότι η προαναφερθείσα δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών του ΗΒ συνιστά αναμφίβολη αναγνώριση του Γκουαϊδό, εφόσον από την δήλωση δεν συνάγεται ότι ο Γκουαϊδό έχει αποτελεσματικό έλεγχο της Βενεζουέλας, και, επιπλέον, διότι το ΗΒ διατηρούσε και συνέχισε να διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με την κυβέρνηση Μαδούρο, δεν απένειμε επίσημο διπλωματικό καθεστώς στην εκπρόσωπο του Γκουαϊδό στο ΗΒ, και αναγνώρισε (στην δήλωση) το γεγονός ότι η κυβέρνηση Μαδούρο κατέχει σημαντικό έλεγχο επί της Βενεζουέλας, ακόμη και εάν έκρινε τον έλεγχο αυτό ως «μη νόμιμο» (παρ. 121-123 αποφάσεως Εφετείου). Επιπροσθέτως, το Εφετείο έκρινε ότι η ανωτέρω δήλωση, σε κάθε περίπτωση, αναγνώρισε τον Γκουαϊδό μόνον ως de jure Πρόεδρο (έχει δικαίωμα να είναι Πρόεδρος), και, συνεπώς, υπάρχει η δυνατότητα/πιθανότητα για αναγνώριση του Μαδούρο ως de facto Προέδρου (ασκεί πραγματική εξουσία του Προέδρου). Σε αυτήν την περίπτωση οι πράξεις του de jure Προέδρου είναι άκυρες σύμφωνα με το Αγγλικό δίκαιο (παρ. 124-125 αποφάσεως Εφετείου).
Το Εφετείο δεν μπόρεσε να συνάγει ολοκληρωμένη απάντηση για το είδος της αναγνώρισης από την προαναφερθείσα δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών, και συνεπώς αποφάσισε ότι το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο θα πρέπει να αναζητήσει την απάντηση αυτή (παρ. 127-8 αποφάσεως Εφετείου). Επίσης, το Εφετείο απέρριψε το επιχείρημα περί παραβίασης αρχών διεθνούς δικαίου, εφόσον αναγνώριση (de facto) Προέδρου δεν αποτελεί αθέμιτη παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Βενεζουέλας (παρ. 130, 135-137 αποφάσεως Εφετείου).
Τέλος, εξετάζοντας το δόγμα ‘κυριαρχικής πράξης ξένου κράτους’, το Εφετείο απεφάνθη ότι εξαρτάται πλήρως από την ανωτέρω απαιτούμενη διευκρίνιση περί αναγνώρισης de jure/de facto Προέδρου από το ΗΒ, και συνεπώς, δεν δύναται να εξεταστεί έως ότου υπάρξει η διευκρίνιση αυτή (παρ. 63, 138 αποφάσεως Εφετείου). Επιπρόσθετα, το Εφετείο, έτι περαιτέρω σε σύγκριση με το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, έκρινε ότι είναι καίριας σημασίας η αναγνώριση (ή μη) των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βενεζουέλας, εφόσον δικαστικές αποφάσεις δεν εμπίπτουν στο ανωτέρω δόγμα (παρ. 139, 141 αποφάσεως Εφετείου), και συνεπώς θα ήταν δυνατό να αποτελέσουν αντικείμενο της δίκης. Οι αποφάσεις είναι σημαντικές, διότι κρίνουν αντισυνταγματικό και δίχως συνέπειες τον Μεταβατικό Νόμο, στον οποίο βασίζεται ο διορισμός του Γκουαϊδό και του ad hoc συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας της Βενεζουέλας από αυτόν: εάν αναγνωριστούν οι αποφάσεις και γίνει αποδεκτός ο μη συνταγματικός χαρακτήρας αυτών, τότε δεν ισχύει κατ’ αρχήν το δόγμα ‘κυριαρχικής πράξης ξένου κράτους’ (παρ. 141-2, 147, 152 αποφάσεως Εφετείου). Βεβαίως, το Εφετείο, εν απουσία σχετικών επιχειρημάτων από τις δύο πλευρές, διευκρίνισε ότι, εάν κάποιες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Βενεζουέλας εκδόθηκαν μετά τον διορισμό του Γκουαϊδό και βασίζονταν συγκεκριμένα στην μη αναγνώριση του ως μεταβατικό Πρόεδρο, τότε θα ήταν δυνατό να παραμερισθούν, ενόψει αντίθεσης τους στην ‘αρχή της ομοφωνίας’ (παρ. 153 αποφάσεως Εφετείου). Δεδομένων των ανωτέρω, η έφεση έγινε ομόφωνα δεκτή, και η υπόθεση αναπέμφθηκε στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο για νέα κρίση (παρ. 155-157 αποφάσεως Εφετείου).
Συμπέρασμα
Η απόφαση του Εφετείου προκάλεσε αντιδράσεις από το ad hoc συμβούλιο της Τράπεζα της Βενεζουέλας, καθώς υποστήριξε πως η κατηγορούμενη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας κυβέρνηση Μαδούρο αξιώνει παρανόμως την χρηματοδότησή της μέσω του δικαστικού συστήματος του ΗΒ και επιφυλάχθηκε να ασκήσει όλα τα νόμιμα μέσα προς ανατροπή της απόφασης. Η απόφαση του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ήταν σίγουρα προς το συμφέρον του Γκουαϊδό. Αντιθέτως, η απόφαση του Εφετείου ήταν περισσότερο ισοσκελισμένη μεταξύ των δύο μερών, επί της ουσίας προσκαλώντας την κυβέρνηση του ΗΒ να ξεκαθαρίσει ποιόν αναγνωρίζει ως Πρόεδρο της Βενεζουέλας.
[1] Ακαδημαϊκός Συνεργάτης ΚΕΔΗΔ, Υποψήφιος διδάκτωρ Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας).
[2] Νομικός ΚΕΔΗΔ, Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών LLM International Laws (Πανεπιστήμιο Μαάστριχτ).
[3] Οι δικαστικές αποφάσεις που αναφέρονται στο παρόν είναι οι παρακάτω. Πρωτόδικη απόφαση: Από 02.07.2020 απόφαση του High Court of Justice, Queen’s Bench Division – Commercial Court με αριθμό [2020] EWHC 1721 (Comm). Απόφαση Εφετείου: Από 05.10.2020 απόφαση του Court of Appeal (Civil Division) με αριθμό [2020] EWCA Civ 1249. Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου: Από 17.01.2017 απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου του ΗΒ με αριθμό [2017] UKSC3.
[4] O συνασπισμός Democratic Unity Roundtable που είχε δημιουργηθεί από το 2008 έναντι του Ενωμένου Σοσιαλιστικού Κόμματος (PSUV) της Βενεζουέλας που τότε ηγείτο ο Πρόεδρος Τσάβες και, πλέον, ο Νικολάς Μαδούρο. Πλέον, ο συνασπισμός, έχει σήμερα περισσότερες έδρες στην Εθνοσυνέλευση από το Great Patriotic Pole, μέρος του οποίου αποτελεί το PSUV.
[5] Ο Νικολάς Μαδούρο διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών (2006-2013) και Αντιπρόεδρος της Βενεζουέλας (2012-2013) επί προεδρίας Ούγκο Τσάβες. Ανέλαβε προσωρινός Πρόεδρος μετά τον θάνατο του Προέδρου Ούγκο Τσάβεζ το 2013, και στις εκλογές που διεξήχθησαν εξελέγη Πρόεδρος ως ο υποψήφιος του PSUV. Η διακυβέρνησή του συνέπεσε με την γενικότερη οικονομική και κοινωνική πτώση της χώρας ενώ από τον Μάιο του 2018 και τις αμφισβητούμενες από πολλούς εκλογές, εκτίει την δεύτερη θητεία του ως Πρόεδρος της Βενεζουέλας για ακόμη 6 έτη.
[6] Ο Μαδούρο κατηγορείται από μέλη της αντιπολίτευσης ότι σκοπεύει να πουλήσει τον χρυσό της χώρας, μερικές φορές ακόμα και με σκοπό την χρηματοδότηση του δικού του πολιτικού προγράμματος. Ήδη περίπου 30 τόνοι χρυσού που φυλάσσονταν στην Βενεζουέλα έχουν πωληθεί.
[7] Εδώ υπήρξε αναντιστοιχία στα επιχειρήματα, εφόσον η πλευρά του Γκουαϊδό υποστήριξε ότι η δήλωση ήταν αναγνώριση του ως Πρόεδρος της Βενεζουέλας, ενώ η πλευρά Μαδούρο ότι το ΗΒ αναγνωρίζει την κυβέρνηση Μαδούρο ως νόμιμη κυβέρνηση εν συνόλω της Βενεζουέλας (παρ. 35, 36 πρωτόδικης αποφάσεως).
[8] Μάλιστα, η Κυβέρνηση του ΗΒ αρνήθηκε να δώσει επίσημη διπλωματική αναγνώριση στην εκπρόσωπο του Γκουαϊδό στο ΗΒ, ή να δημιουργήσει επίσημες διπλωματικές σχέσεις με τον Γκουαϊδό (παρ. 35 αποφάσεως Εφετείου).