Ιωάννης Παπαδόπουλος[1]
Το τζεφερσόνειο μάθημα, που δυστυχώς ουδέποτε πήρε στα σοβαρά η ελληνική Πολιτεία, είναι ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος για την ευρωστία της Δημοκρατίας από μια πιθανή εργαλειοποίηση μη εκλεγμένων και πολλαπλώς εξαρτώμενων μόνιμων δικαστών από μια κυβέρνηση προκειμένου να φιμώσει την αντιπολίτευση και να κυριαρχήσει καθεστωτικά, καταπνίγοντας έτσι τις ελευθερίες των πολιτών και ιδρύοντας μια “ήπια τυραννία” (Αλεξίς ντε Τοκβίλ) που δε θα λέει το όνομά της.
Η μετάφραση, επιμέλεια και έκδοση στα ελληνικά της αλληλογραφίας που αντάλλαξαν μέσα στην Ελληνική Επανάσταση (1823-1825) ο Αδαμάντιος Κοραής με τον Τόμας Τζέφερσον θεωρώ ότι είναι το εκδοτικό γεγονός της χρονιάς. Θα περιοριστώ σε μία σκέψη επί της επιστολής που απηύθυνε στις 31 Οκτωβρίου 1823 ο τρίτος Πρόεδρος των ΗΠΑ στον κυριότερο εκπρόσωπο του ελληνικού Διαφωτισμού και η οποία περιέχει συνοπτικά ένα ολόκληρο συνταγματικό πρόγραμμα για το υπό ίδρυση ελληνικό κράτος. Ο Τζέφερσον πιστεύει ότι οι δικαστές δεν είναι στην πραγματικότητα “η λιγότερο επικίνδυνη [για τις ελευθερίες των πολιτών] εξουσία” (Ο Φεντεραλιστής Νο 78). Τουναντίον, η δημοκρατικά ανέλεγκτη έκδοση αποφάσεων, που αφορούν τη ζωή και περιουσία των πολιτών αλλά και δημιουργούν ένα παράλληλο δίκαιο χωρίς πολιτική νομιμοποίηση, καθιστά επιτακτική τη χαλιναγώγηση των μη εκλεγμένων δικαστών μέσω θητείας (ανανεώσιμης εφόσον διαπιστώνεται καλή συμπεριφορά), με σώματα ενόρκων πολιτών ως διαρκές αντίβαρο και με λογοδοσία. Ένα από τα ακλόνητα θεμέλια της δημοκρατίας είναι η ελευθερία του Τύπου.
Στη ρεπουμπλικανική φιλοσοφία του Τζέφερσον, μόνο ένας ανοιχτός και ρωμαλέος δημόσιος διάλογος μπορεί να διασφαλίσει τον έλεγχο της κακοδιοίκησης και διαφθοράς των αξιωματούχων. Στη Δημοκρατία, ο Τύπος είναι “το καλύτερο εργαλείο για τον φωτισμό του νου του ανθρώπου και για την βελτίωσή του ως ελλόγου, ηθικού και κοινωνικού όντος”. Από τον συνδυασμό των παραπάνω προκύπτει αβίαστα ότι οι δικαστές δεν έχουν καμία δουλειά να παρεμβαίνουν στον δημόσιο διάλογο δια του Τύπου και συνεπώς στη διαμόρφωση των ελλόγων απόψεων των πολιτών για τα κοινά, καθώς η πιθανότητα και μόνο μιας αστικής αποζημίωσης για συκοφαντική δυσφήμηση δημόσιου προσώπου ενσταλάζει φόβο στις καρδιές, παράγοντας έτσι αποτροπή και εντέλει αυτολογοκρισία. Το τζεφερσόνειο μάθημα, που δυστυχώς ουδέποτε πήρε στα σοβαρά η ελληνική Πολιτεία, είναι ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος για την ευρωστία της Δημοκρατίας από μια πιθανή εργαλειοποίηση μη εκλεγμένων και πολλαπλώς εξαρτώμενων μόνιμων δικαστών από μια κυβέρνηση προκειμένου να φιμώσει την αντιπολίτευση και να κυριαρχήσει καθεστωτικά, καταπνίγοντας έτσι τις ελευθερίες των πολιτών και ιδρύοντας μια “ήπια τυραννία” (Αλεξίς ντε Τοκβίλ) που δε θα λέει το όνομά της.
***Δημοσιεύθηκε αρχικά στις 21.11.2020 στο The Athens Review of Books.
[1] Διευθυντής ΚΕΔΗΔ, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστημίου Μακεδονίας.